ΙΣΤΟΡΙΚΟ της σφαγής της Χίου το 1822.
Η Χίος την εποχή εκείνη διέθετε μία μεγάλη και ακμάζουσα ελληνική κοινότητα που ευημερούσε βασιζόμενη στην καλλιέργεια της μαστίχας. Απολάμβανε μάλιστα σημαντικά προνόμια από τους Οθωμανούς, για τους οποίους η μαστίχα ήταν ιδιαίτερα σημαντικό προϊόν. Συνέπεια των προνομίων ήταν η μεγάλη αύξηση του πληθυσμού του νησιού, που αριθμούσε το 1822 περισσότερους από 100.000 κατοίκους. Ωστόσο, το 1822 ο πληθυσμός ζούσε κάτω από την οθωμανική καταπίεση. Για την πρόληψη επανάστασης, είχαν μεταφερθεί στο νησί στρατεύματα από την Ασία και είχε τοποθετηθεί ως διοικητής ο σκληρός Βαχίτ πασάς. Οι Χιώτες έκαναν καταναγκαστικές εργασίες για την ενίσχυση των οχυρώσεων και ταυτόχρονα αναγκάζονταν να συντηρούν αυτόν τον μαχαιροφόρο όχλο με την απειλή της βίας. Οι οθωμανοί καθημερινά έκαναν αρπαγές και φόνους στην πόλη και τα χωριά ατιμωρητί. Σχέδια για εξέγερση στη Χίο γίνονταν από τους πρώτους μήνες της Επανάστασης, το 1821, όπως προκύπτει από το ημερολόγιο του Τομπάζη. Τον Ιούλιο του 1821 είχε αναλάβει την οργάνωση της εξέγερσης ο Ιωάννης Ράλλης, Χιώτης Φιλικός και άλλοτε έμπορος στην Οδησσό. Όμως Χιώτες έμποροι των Κυκλάδων τον έπεισαν ότι αυτή η επιχείρηση ήταν άκαιρη και επικίνδυνη, κάτι στο οποίο συμφώνησε και ο Υψηλάντης.
Το Μάρτιο του 1822 η Χίος επαναστάτησε, όταν ο Αντώνιος Μπουρνιάς ο οποίος υπήρξε αξιωματικός του Ναπολέοντα κατά την Αιγυπτιακή εκστρατεία , με διακόσιους άνδρες αποβιβάστηκαν στη Σάμο και κάλεσαν τον Λυκούργο Λογοθέτη να συμμετάσχει στην επανάσταση της Χίου. Αποφασιστική σημασία για την έκβαση της εξέγερσης είχε η απραξία της κεντρικής κυβέρνησης η οποία δεν απέστειλε έγκαιρα βοήθεια στους επαναστάτες. Την καθυστέρηση της βοήθειας αναφέρει και ο Γάλλος εθελοντής Maxime Raybaud, γράφοντας ότι οι προετοιμασίες για την αποστολή δύο ολμοβόλων και ξένων στρατιωτικών κράτησαν 13 μέρες, ενώ μόνο για να πλεύσουν από την Πελοπόννησο μέχρι τα Ψαρά έκαναν 8 μέρες. Ο Γερμανός αξιωματικός Bellier de Launay γράφει ότι αν είχαμε φτάσει 10 ημέρες νωρίτερα θα είχε σωθεί η Χίος. Αναγνωρίζεται ωστόσο ότι αυτή η κυβέρνηση πρακτικά δεν είχε εξουσίες, και ότι ανοργάνωτες εξεγέρσεις γίνονταν και σε άλλα μέρη της Ελλάδας. Επίσης σημαντικό ήταν ότι η εξέγερση άρχισε Μάρτιο, οπότε ο καιρός επέτρεπε την επιχείρηση του οθωμανικού στόλου. Οι μόνοι που έστειλαν βοήθεια στη Χίο ήταν οι Ψαριανοί.
Εκτός των άλλων αιτίων, στην περαιτέρω αποδυνάμωση των επαναστατών συνέβαλε και η διχόνοια μεταξύ των δύο ηγετών, του Μπουρνιά και του Λογοθέτη. Ο Μπουρνιάς κατά την υποχώρηση φώναζε το σύνθημα που είναι γνωστό στη Χίο: Ο σώζων εαυτόν σωθήτω .
Είναι δε τέτοια η ντροπή για τη συμφορά αυτή που δεν υπάρχει ούτε ένα μνημείο της σφαγής στη Χίο. Οι ιστορικοί έχουν επισημάνει ότι η άρχουσα τάξη του νησιού ήταν απρόθυμη να ενταχθεί στην ελληνική εξέγερση, φοβούμενη την απώλεια της ασφάλειας και της ευημερίας της. Παρ' όλα αυτά ο Α. Μπουρνιάς προσπάθησε να κάνει επανάσταση με διακόσιους άνδρες συν τους άνδρες του Λ. Λογοθέτη.
Ο ξεσηκωμός του εύφορου νησιού εξαγρίωσε το Σουλτάνο. Έτσι, ο Οθωμανικός στόλος υπό την ηγεσία του Καρά Αλί έπλευσε προς την Χίο για να καταστείλει την επανάσταση και αποβίβασε περί τους 7.000 στρατιώτες από τη Μικρά Ασία. Με την άφιξη του μεγάλου εχθρικού στόλου οι ελληνικές δυνάμεις αποχώρησαν από το νησί με εξαίρεση ένα τμήμα Ψαριανών που παρακολουθούσε από απόσταση τις κινήσεις των Οθωμανών. Χωρίς σημαντική αντίσταση ο Οθωμανικός στρατός προχώρησε σε εκτεταμένες λεηλασίες και σφαγές άμαχου πληθυσμού, παρόλο που η συντριπτική πλειονότητα του νησιού δεν έκανε τίποτα για να προκαλέσει τη σφαγή καθώς δεν συμμετείχε στην εξέγερση κατά της Οθωμανικής αυτοκρατορίας. Οι Οθωμανοί έκαψαν σπίτια και σκότωσαν όλα τα παιδιά κάτω των 3 ετών, όλους τους άνδρες από 12 ετών και πάνω, καθώς και όλες τις γυναίκες από 40 ετών και πάνω, με εξαίρεση αυτούς που ήταν πρόθυμοι να ασπαστούν το Ισλάμ. Τελικά, περισσότεροι από 40.000 κάτοικοι του νησιού σφαγιάστηκαν ή αιχμαλωτίστηκαν ενώ μεγάλο μέρος του πληθυσμού διέφυγε προς τα Ψαρά, τις Κυκλάδες και την Πελοπόννησο. Κατά τον ιστορικό Καστάνη που ήταν παρών στη σφαγή της Χίου ο πληθυσμός του νησιού έφθανε τις 180.000 ψυχές. Κατά τον ιστορικό Μαμούκα ο οποίος ήταν επίσης παρών στη σφαγή ο πληθυσμός ανερχόταν στις 140.000 με 150.000 ψυχές και κατά τα κιτάπια των Τούρκων ο πληθυσμός ανερχόταν στις 120.000 ψυχές. Εκείνο που είναι γεγονός είναι ότι στο νησί της Χίου έμειναν περί τους 1.000 - 2.000 χιλιάδες άνθρωποι και περί τους 20.000 διέφυγαν Όλοι οι υπόλοιποι εκτός των αγοριών από 3 - 12 ετών και των γυναικών από 3 - 40 ετών που αιχμαλωτίσθηκαν και πουλήθηκαν από Εβραίους δουλεμπόρους σε παζάρια της Δύσης και της Ανατολής, σφάχθηκαν ανελέητα. Ο τότε Τούρκος τοποτηρητής της Χίου Βαχίτ πασάς, που κατέγραψε τα συμβάντα, αναφέρει ότι τους μεν ηλικιωμένους επέρασαν (οι μουσουλμάνοι) γενναιότατα εν στόματι μαχαίρας, παρομοίως και τας ηλικιωμένας γραίας, την δε κινητήν περιουσίαν αυτών ελεηλάτησαν τας δε ωραίας κόρας των και τους τρυφερούς νεανίσκους των ηχμαλώτισαν. Το αίμα έρρευσε ποταμηδον ( ΒΑΧΙΤ ΠΑΣΑ απομνημονεύματα ΣΥΡΟΣ 1861 Τους εν μοναστηρίω πάντας επέρασαν εν στόματι μαχαίρας ανδραποδίσαντες τους νεωτέρους εξ αμφοτέρων των φύλων τας δε αιμοσταγείς κεφαλάς και τ αυτία των θανατοθέντων εξαπέστειλαν εις τον τοποτηρητήν ) Όταν ο ίδιος απέστειλε στην Κωνσταντινούπολη αναφορά για την ανακατάληψη του νησιού, απέστειλε μαζί και 5 φορτία με κομμένα κεφάλια και 2 φορτία κομμένα αυτιά. Καταμετρώντας τους νεκρούς αναφέρει κεφάλια ιερέων, προεστών και ανταρτών 1.109, τελειωθέντες εν στόματι μαχαίρας 25.000, σκλαβωμένα αγόρια και κορίτσια 5.000.
Έκοβαν τα αυτιά από τα κεφάλια και κατόπιν τα διατηρούσαν στην άλμη και τα τοποθετούσαν σε βαρέλια. Τα έστελναν στον Σουλτάνο ως απόδειξη της υποταγής τους ή ως δελτία της επιτυχίας τους. Ιδιαίτερη τιμή δινόταν αν τα επαναστατικά κεφάλια ανήκαν σε διακεκριμένους αρχιεπισκόπους, άρχοντες ή κληρικούς... Χίλια διακόσια κεφάλια είχαν ήδη καταγραφεί στην ιστορία της αμοιβής που δόθηκε για τον καθένα. Το βιβλίο της Ένωσης Μαστιχοπαραγωγών κάνει λόγο για 33.000 αιχμαλωτισμένες ψυχές και 33.000 σφαγμένους. Εάν όμως συλογισθούμε τα νούμερα των εναπομεινάντων μαζί με αυτούς που κατόρθωσαν και διέφυγαν τα νούμερα των χαμένων ψυχών είναι κατά πολύ μεγαλύτερα κι αν λάβουμε υπ´όψιν την εκτίμηση των Τούρκων όσον αφορά τον πληθυσμό.
Η σφαγή στο Μοναστήρι του Αγίου Μηνά τον Απρίλιο του 1822.Η ιστορία της Μονής
Το μοναστήρι ιδρύθηκε μετά την κατάληψη της Χίου από τους Τούρκους (1566), μεταξύ των ετών 1572-1595, από τον παπά Νεόφυτο Κουμάνο και το γιο του παπά Μηνά. Ο Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως Ιερεμίας Β΄ ο Τρανός με σιγίλιο καθιστά τη Μονή Σταυροπηγιακή, αφού οι κτήτορες κατά τη θεμελίωση του ναού έθεσαν στα θεμέλιά του Σταυρό, τον οποίο είχαν πάρει από τον Πατριάρχη. Αυτό το γεγονός σήμαινε ότι το μοναστήρι εξαρτιόταν άμεσα από το Οικουμενικό Πατριαρχείο και στις διάφορες ιεροτελεστίες οι μοναχοί μνημόνευαν το όνομα του εκάστοτε Πατριάρχη και όχι το όνομα του τοπικού Επισκόπου. Τα σταυροπηγιακά δίκαια της Μονής επικυρώθηκαν και με άλλα σιγίλια, τα οποία πολλές φορές αμφισβητήθηκαν από τοπικούς Επισκόπους χωρίς όμως κανένα αποτέλεσμα.
Η Μονή γρήγορα επανδρώθηκε και γνώρισε μεγάλη ακμή κυρίως κατά την περίοδο του 17ου και 18ου αιώνα. Τότε πολλοί περιηγητές επισκέπτονται το μοναστήρι καταγράφοντας πολλές σημαντικές πληροφορίες στα κείμενά τους.
Γύρω από τον ψηλό περίβολο απλωνόταν πλήθος τα κτίσματα της Μονής: το καθολικό, το κωδωνοστάσιο, η βιβλιοθήκη, η τράπεζα, τα κελιά των μοναχών, οι κινστέρνες, οι φούρνοι, οι αποθήκες, οι στάβλοι. Σύμφωνα με το Χ. Μπούρα το καθολικό του μοναστηριού ανήκει στον τύπο των μονόχωρων οκταγωνικών τρουλαίων ναών, αποτελώντας ίσως μίμηση του κορυφαίου μας μνημείου, της Νέας Μονής. Την περίοδο αυτή λειτουργεί πλουσιότατη βιβλιοθήκη και Σχολή, η οποία διαλύθηκε λίγο πριν την Επανάσταση. Σ’ αυτήν φοίτησαν κορυφαίες μορφές του ελληνισμού και του χριστιανισμού, όπως ο ιεροκήρυκας Ιάκωβος Μαύρος, ο Δανιήλ Φιλιππίδης, οι Εθνομάρτυρες Πατριάρχης Γρηγόριος ο Ε΄ και ο Μητροπολίτης Χίου Πλάτων Φραγκιάδης.
To Μέγα Σάββατο 1 Απριλίου 1822 ξεκληρίζονται τα Θυμιανά και το Νεχώρι. Ακολούθως τα τουρκικά στίφη στράφηκαν κατά της Μονής του Αγίου Μηνά, αλλά δεν μπόρεσαν να το εκπορθήσουν. Αποσύρθηκαν τη νύχτα μετρώντας αρκετές απώλειες, με σκοπό να ανασυνταχθούν και να ζητήσουν ενισχύσεις.
Η νύχτα του Μεγάλου Σαββάτου προς Κυριακή του Πάσχα 2 Απριλίου 1822 προχωρούσε αγωνιώδης. Η αναστάσιμη Θεία Λειτουργία που τελούσε ο ιεροκήρυκας της Μητρόπολης παπά Ιάκωβος Μαύρος διεκόπη από τους αλαλαγμούς των Τούρκων και τους κανονιοβολισμούς των δύο τηλεβόλων που τους είχε προμηθεύσει ο διοικητής του Θολοποταμίου. Οι κανονιοβολισμοί από τους Μύλους προξένησαν ρήγμα στο τείχος και εκεί ο Ιωάννης Φατούρος από τα Θυμιανά, ο Κων/νος Μονογιός από το Νεχώρι και οι υπόλοιποι αγωνιστές, ανάμεσά τους ελάχιστοι Σαμιώτες, αν και στην αρχή κατάφεραν να θανατώσουν αρκετούς από τους εχθρούς, δεν άντεξαν. Τα νέα ρήγματα στο τείχος επέτρεψαν την είσοδο του μαινόμενου στίφους των πολιορκητών. Όλοι οι αγωνιστές έπεσαν μαχόμενοι και μετά ξεκίνησε η σφαγή. Όσοι χριστιανοί δεν κατάφεραν να μπουν στο Καθολικό της Μονής, σφαγιάστηκαν, πυρπολήθηκαν ή αιχμαλωτίστηκαν. Μέσα στο ναό ήταν τόσος ο συνωστισμός που οι Τούρκοι δεν μπορούσαν να ανοίξουν την πόρτα. Αφού ξήλωσαν ένα μέρος της στέγης, έριξαν αναμμένα στουπιά και τους έκαψαν όλους ζωντανούς. Το ίδιο έκαναν και στη δεξαμενή (φουντάνα) του μοναστηριού, ενώ στη συνέχεια ακολούθησε εμπρησμός. Τον ηγούμενο Θεοδόσιο Λουφάκη τον ανασκολώπησαν στον ιστό της Αναστάσεως, ενώ ολοκαυτώθηκε ο ιερομόναχος Θεοδόσιος Κουμάκης. Τον παπά Ιάκωβο Μαύρο που αρνήθηκε να προσκυνήσει το Κοράνιο, αφού τον βασάνισαν, τον θανάτωσαν χτυπώντας τον με χατζάρι στο κεφάλι.
Το αίμα και οι σάρκες των σφαγιασθέντων πότισαν το δάπεδο του καθολικού της Μονής και άφησαν ανεξίτηλα τα σημάδια της θηριωδίας μέχρι σήμερα. Ο επισκέπτης μπορεί να διακρίνει καθαρά τα στίγματα αίματος που σχηματίζουν το περίγραμμα ενός παιδιού, το αποτύπωμα του πέλματός του, καθώς και ίχνη κομμένων κεφαλιών. Επισκέπτες και ξένοι περιηγητές αναφέρουν ότι ανθρώπινα οστά ήταν διάσπαρτα γύρω από το μοναστήρι και το λόφο για πολλές δεκαετίες. Επίσης Χιώτες του εξωτερικού έπαιρναν κρανία, τα επιχρύσωναν και τα τοποθετούσαν στο εικονίσματα ως ιερά λείψανα. Ο σημερινός επισκέπτης μπορεί να δει στο Ιερό Οστεοφυλάκιο της Μονής, στο ναΰδριο των Αγίων Τεσσαράκοντα Μαρτύρων, τα οστά που κατάφεραν να συγκεντρώσουν οι κάτοικοι, καθώς και το μισό τμήμα της πόρτας της εισόδου του Μοναστηριού, διάτρητο από τα βλήματα των τουρκικών τυφεκίων.
Το εμπόριο δούλων
Μια όψη της οθωμανικής αγριότητας κατά του πληθυσμού της Χίου ήταν η πώληση - κυρίως γυναικών και παιδιών - ως δούλων. Μεταφέρονταν ως εμπορεύματα σε παζάρια της Κωνσταντινούπολης και της Σμύρνης και πωλούνταν σε εξευτελιστικές τιμές. Ο Ολλανδός διπλωμάτης στην Κωνσταντινούπολη Gaspar Testa γράφει προς τον υπουργό του των εξωτερικών:
Το πιό σπαρακτικό θέαμα είναι τα σκλαβωμένα γυναικόπαιδα που έφεραν από τη Χίο Αγόρια και κορίτσια σέρνονται στους δρόμους δεμένα το ένα με το άλλο και οδηγούνται στα σκλαβοπάζαρα. Κοπέλλες κρατούσαν στο χέρι ένα χαρτί με το όνομα των Τούρκων κυρίων τους που έμειναν στην Χίο. Μη μπορώντας να τις συνοδέψουν οι ίδιοι, τις έστειλαν στη διεύθυνση των σπιτιών τους στην Πόλη.
Ο ʼγγλος πρόξενος στη Σμύρνη Francis Werry γράφει σε αναφορά του προς τη Levant Company: Στο δρόμο των Φράγκων οδηγούνται πάνω-κάτω κοπάδια από παιδιά της Χίου για πούλημα. Στον Courrier Francais της 10-7-1822 αναφέρεται ότι φανατικοί μουσουλμάνοι αγόραζαν το θύμα τους για 30 γρόσια και το έσφαζαν για να κερδίσουν μια θέση στον παράδεισο. Πολλές γυναίκες αυτοκτόνησαν κατά την μεταφορά και άλλες πέθαναν από απεργία πείνας για να γλυτώσουν τον εξευτελισμό. Στην Allgemeine Zeitung δημοσιεύεται ότι μικρά παιδιά κάτω των 7 ετών που ήταν ακατάλληλα για το εμπόριο δένονταν και ρίχνονταν στη θάλασσα. Το σκηνικό του δουλεμπορίου περιγράφει και ο ιερέας της αγγλικής πρεσβείας R. Walsh αναφέροντας ότι από την 1η Μαΐου 1822 εκδόθηκαν 41.000 τεσκερέδες (έγγραφα ιδιοκτησίας δούλων) και ότι 5.000 πουλήθηκαν στην Κωνσταντινούπολη. Κατά τη γαλλόφωνη εφημερίδα της Σμύρνης Spectateur Oriental, έως την 10-5-1822 στο τελωνείο της Σμύρνης είχαν καταβληθεί δασμοί για 40.000 σκλάβους.
Τα παιδιά οδηγούνταν κατά ομάδες για εξισλαμισμό. Ο ʼγγλος κληρικός Walsh γράφει ότι μέσα σε μια μέρα έγιναν περισσότεροι προσηλυτισμοί από το Ευαγγέλιο στο Κοράνι απ' όσοι απ' το Κοράνιο στο Ευαγγέλιο σε έναν αιώνα.
Οι αγοραπωλησίες σταμάτησαν στις 19 Ιουνίου 1822 ύστερα από επέμβαση της αδελφής του σουλτάνου, στην οποία ανήκε η Χίος ως φέουδο.
Το γεγονός στον ευρωπαϊκό τύπο
Η σφαγή της Χίου και η επακόλουθη ανατίναξη της τουρκικής ναυαρχίδας από τον Κανάρη είχαν μεγάλη επίδραση στην κοινή γνώμη της Ευρώπης και στην ανάπτυξη του φιλελληνικού κινήματος. Οι Ευρωπαίου συνειδητοποίησαν τα συμβαίνοντα στην Ελλάδα και έδειξαν συμπάθεια προς τα θύματα και τους ήρωες ενός άνισου αγώνα.
Η είδηση έφτασε στις ευρωπαϊκές εφημερίδες από την Κωνσταντινούπολη μέσω του Οθωμανικού ταχυδρομείου, την εποχή εκέινη στην Κωνσταντινούπολη δεν εκδίδονταν εφημερίδες. Στην εφημερίδα της Βιέννης Αυστριακός Παρατηρητής δημοσιεύτηκε η είδηση την 14 Απριλίου (νέο ημερολόγιο). Στις γαλλικές εφημερίδες δημοσιεύτηκε αρχικά την 25 Μαΐου 1822 αναπαραγόμενη από τον Αυστριακό Παρατηρητή ή από γερμανικές εφημερίδες. Αναγγέλλεται η απόβαση τουρκικού στρατού στο νησί και γενική σφαγή η οποία χαρακτηρίζεται πέρα πάσης περιγραφής. Η παρισινή Constitutionnele αναπαράγοντας από τη γερμανική Allgemeine Zeitung αναφέρει ότι τα γεγονότα που είχαν προηγηθεί στο Αϊβαλί είναι ασήμαντα μπροστά στη σφαγή της Χίου. Την 20 Απριλίου η σφαγή διαρκούσε ακόμη. Ούτε οι γυναίκες και τα παιδιά ετύγχαναν οίκτου. Ο καπετάν πασάς έσωσε μερικές εκατοντάδες στο φρούριο. Οι απώλειες των Τούρκων αναφέρονται στις 4.000. Ειδήσεις που έφτασαν από την Κωνσταντινούπολη τις επόμενες μέρες αναφέρουν τη δημόσια πώληση γυναικών και παιδιών από τη Χίο στα παζάρια της Πόλης. Φανατικοί μουσουλμάνοι πληρώνουν περί τα τριάντα πιάστρα για να αγοράσουν ένα θύμα που το σφάζουν αμέσως για να εξασφαλίσουν μια θέση στον παράδεισο, όπως υπόσχεται το κοράνιο για κάθε πιστό που θα έχει φονεύσει έναν άπιστο. Αυτές οι σκηνές προκάλεσαν τον οίκτο των Ευρωπαίων διπλωματών που βρίσκονται εκεί αλλά δεν υπήρξε κάποιο διάβημα. Ειδήσεις φτάνουν και από τη γαλλόφωνη Spectateur Oriental η οποία, παρ’ ότι ανθελληνική, αναφέρει ότι η εκδίκηση και η παραφορά των Τούρκων υπερέβη τα όρια. Αυτή η εφημερίδα αποδίδει την ευθύνη στους επαναστάτες. Δημοσιεύονται και προσωπικές μαρτυρίες Χιωτών που σώθηκαν. Κάποιος αναφέρει ότι καθημερινά έρχονται από την Ασία στο νησί πλήθος Τούρκων για να λεηλατήσουν. Για τον αριθμό των θυμάτων αναφέρονται διάφορες πληροφορίες. Λεπτομερέστερες πληροφορίες προέρχονται από το Λονδίνο. Κατ’ αυτές, πριν από τη σφαγή οι κάτοικοι της Χίου ήταν 110.000 εκ των οποίων επιβίωσαν 20.000. Από τις 90.000 απώλειες οι 45.000 πωλήθηκαν ως δούλοι, αφού την 25 Μαΐου είχαν καταγραφεί στα κατάστιχα του τελωνείου ότι είχαν πληρωθεί τα τέλη εξόδου για 41.000 άτομα. Οι υπόλοιποι 25.000 εξοντώθηκαν. Από τους 20.000 που επέζησαν οι 5.000 απουσίαζαν από το νησί κατά την εξέγερση και 16.000 κατέφυγαν στα Ψαρά, τη Σμύρνη και αλλού. Η Spectateur Oriental εκτιμά τον αρχικό πληθυσμό του νησιού σε 120.000 κατοίκους. Πληροφορίες αναφέρουν και εκτελέσεις Χιωτών που βρέθηκαν στην Κωνσταντινούπολη, των οποίων οι περιουσίες δημεύτηκαν και τα μέλη των οικογενειών πουλήθηκαν ως δούλοι. Στη Journal du Commerce δημοσιεύεται κατάλογος ονομάτων 207 Χίων εμπόρων που εκτελέστηκαν. Τον κατάλογο κατέγραψε έμπορος της Φλωρεντίας μετά από αίτηση γαλλικών, ιταλικών και γερμανικών εμπορικών οίκων που είχαν συναλλαγές με τους Χιώτες εμπόρους.
Η ανατίναξη της τουρκικής ναυαρχίδας εκλαμβάνεται στον ευρωπαϊκό τύπο σαν εκδίκηση και ένδειξη ηρωισμού. Η All. Zeitung γράφει ότι η ιστορία θα καταστήσει γνωστόν εις τας επομένας γενεάς το θάρρος των Ελλήνων ναυτικών.
Αντίκτυπος
Η είδηση της σφαγής της Χίου συγκλόνισε την ευρωπαϊκή κοινή γνώμη, η στάση της οποίας μεταστράφηκε απέναντι στην ελληνική επανάσταση και πλέον υπήρξε θετική. Μετά το γεγονός αυτό το φιλελληνικό κίνημα φούντωσε και σημαντικός αριθμός Ευρωπαίων φιλελλήνων έσπευσαν στην επαναστατημένη Ελλάδα για να ενισχύσουν τα ελληνικά στρατιωτικά σώματα. Σημαντική επιρροή άσκησε το γεγονός σε Ευρωπαίους καλλιτέχνες. Εμπνευσμένος από την σφαγή της Χίου ο Ευγένιος Ντελακρουά ζωγράφισε τον ομώνυμο πίνακα που εκτέθηκε στο Παρίσι και έπαιξε σημαντικό ρόλο στην ευαισθητοποίηση της γαλλικής κοινής γνώμης για τον επαναστατικό αγώνα των Ελλήνων. Το 2009, ένα αντίγραφο του πίνακα εκτέθηκε στο τοπικό Βυζαντινό μουσείο της Χίου.Προκειται για ενα απο τα καλυτερα αντιγραφα του εργου, με ετος δημιουργιας το 1919 ( Ε . Ιωαννιδης ) και εκτελεστηκε με εντολη του Γεωργιου Παπανδρεου που εκεινη την περιοδο εκτελουσε χρεη Γενικου Διευθυντή Νήσων Αιγαίου.Ενα ακομα εκτειθεται στο Εθνικο Ιστορικο μουσειο στην Αθηνα σε μικροτερη κλιμακα ( Λ.Κογεβινας ),και ενα στη σχολη καλων τεχνων της Πραγας.
Η εκδίκηση του Κανάρη
Ο ελληνικός στόλος ήταν πολύ μικρότερος από τον οθωμανικό και δεν μπορούσε να τον αντιμετωπίσει σε μάχη. Γι' αυτό το λόγο πάρθηκε η απόφαση από τους Έλληνες να εκδικηθούν την καταστροφή της Χίου με πυρπολικά. Ο Κωνσταντίνος Κανάρης από τα Ψαρά και ο Γιώργης Πιπίνος από την Ύδρα κατόρθωσαν με τα πυρπολικά τους να μπουν μέσα στο λιμάνι της Χίου, τη νύχτα της 6ης Ιουνίου (1822), όταν οι Τούρκοι γιόρταζαν το Μπαϊράμ και συμποσίαζαν στα πλοία τους. Ο ναύαρχος Καρά Αλής είχε καλέσει στη ναυαρχίδα τους αξιωματικούς του στόλου για ολονύχτιο γλέντι.
Η πυρπόληση της τουρκικής ναυαρχίδας από τον Κανάρη (πίνακας του Νικηφόρου Λύτρα)
Ο Κανάρης κατόρθωσε να γαντζώσει το πυρπολικό του στη ναυαρχίδα και να του βάλει φωτιά. Ο Πιπίνος το κόλλησε στην υποναυαρχίδα, αλλά δεν το γάντζωσε καλά, αυτό ξεκόλλησε και παρασυρμένο από τον αέρα κάηκε χωρίς να κάνει ζημιά. Όμως το πυρπολικό του Κανάρη μετέδωσε τη φωτιά στη ναυαρχίδα και γρήγορα πήρε φωτιά η μπαρουταποθήκη της, τινάζοντας τη ναυαρχίδα στον αέρα. 2.000 Τούρκοι βρήκαν το θάνατο μεταξύ των οποίων και ο ίδιος ο αρχηγός του στόλου, ο Καρά Αλή, ο οποίος χτυπημένος από ένα καιόμενο κομμάτι κατάρτι μπήκε σε μία βάρκα και ξεψύχησε μόλις έφτασε στην ακτή. Το κατόρθωμα αυτό ενθουσίασε την Ελλάδα και όλο τον κόσμο και ενέπνευσε πολλούς σημαντικούς ξένους λογοτέχνες.