Υπόδειγμα Έφεσης στο Ελεκτικό Συνέδριο

Υπόδειγμα Έφεσης στο Ελεκτικό Συνέδριο
Τελευταία ενημέρωση 28/07/2014

                                                                                                                                     Υπόδειγμα 28 (Ν.4093/2012)
ΕΝΩΠΙΟΝ
ΤΟΥ ΙΙΙ ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΤΟΥ ΕΛΕΓΚΤΙΚΟΥ ΣΥΝΕΔΡΙΟΥ
[(ʼρθρο 2 παρ. Γ΄ υπ' αριθ. ΦΓ8/15686/2002 (Β-1242), Απόφασης της Ολομέλειας του Ελεγκτικού Συνεδρίου]
Οδός Χρ. Βουρνάζου αριθ. 4 & Αν. Τσόχα – Τ. Κ. 10168 - ΑΘΗΝΑ

ΕΦΕΣΗ
[ʼρθρα 68 παρ. 8 & 110 παρ.16 του Ν.4055/2012(Α-51)]
Α.Μ.Σ:(……………..) …………………
του ………….. …………… Ελληνικής Αστυνομίας ε.α
Κατοίκου …………………….–Οδός ……………….. αριθ……. Τ.Κ. ………- Τηλ: ………………

Κ Α Τ Α        

1.-Του Ελληνικού Δημοσίου, νόμιμα εκπροσωπουμένου από τον Υπουργό Οικονομικών (Ν.Σ.Κ.), που κατοικοεδρεύει στην Αθήνα, Οδός Ακαδημίας αριθ. 68.     
2.-Της υπ' αριθ.………../2012 από 22-01-2013 Πράξης-Απόφασης, του Διευθυντού της Διεύθυνση Κανονισμού και Εντολής Πληρωμής Στρατιωτικών και Πολεμικών Συντάξεων, της Γενικής Διεύθυνσης Συντάξεων, του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους και     
3.-Κάθε άλλης συναφούς προγενέστερης ή μεταγενέστερης Πράξης ή Παράλειψης της Διοίκησης (Γ.Λ.Κ.), με τα αυτά αποτελέσματα.
________________ . . . . . ________________

Α΄ ΣΥΝΤΟΜΟ ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΤΗΣ ΥΠΟΘΕΣΗΣ      

Είμαι απόστρατος-συνταξιούχος……………… της Ελληνικής Αστυνομίας και αποστρατεύτηκα-συνταξιοδοτήθηκα το έτος …….., σύμφωνα με τις ισχύουσες τότε συνταξιοδοτικές διατάξεις του Κώδικα Πολιτικών και Στρατιωτικών συντάξεων.     
Στη συνέχεια, οι μηνιαίες συντάξιμες αποδοχές μου, αναπροσαρμόσθηκαν από τις διατάξεις του άρθρου 6 παρ. 2 και 9 του Ν. 2838/2000 (Α-179) όπως αυτές αντικαταστάθηκαν από άλλες του άρθρου 37 παρ. 2 και 9 του Ν. 3016/2002 (Α-110) και άρθρου 8 του Ν. 3408/2005 (Α-272).
     Οι ως άνω ορθώς και καλώς
αναπροσαρμοσθείσες μηνιαίες συντάξιμες αποδοχές μου, μειώθηκαν δραματικά στη συνέχεια, με μια σειρά αντισυνταγματικών νομοθετικών και διοικητικών πράξεων, μέσα στην παρελθούσα διετία, για τις οποίες άσκησα αρμοδία, εμπρόθεσμα και παραδεκτά, τα εκ του Νόμου προβλεπόμενα ένδικα μέσα , με μια σειρά ειδικών δικογράφων.     
Με την ως άνω όμως προσβαλλόμενη υπ αριθ. …………../2012 από 22-01-2013 Πράξη-Απόφαση του Διευθυντού της Διεύθυνσης Κανονισμού και Εντολής Πληρωμής Στρατιωτικών και Πολεμικών Συντάξεων της Γενικής Διεύθυνσης Συντάξεων του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους, μου επιβλήθηκαν και νέες άδικες, αλλά και αντισυνταγματικές περικοπές στη ήδη πενιχρά σύνταξη μου, που προσδιορίστηκε με την υπ αριθ……………../2010 από 12-05-2010 κοινή Πράξη-Απόφαση των συναρμοδίων Διευθυντών της 44ης και 46ης Διεύθυνσης Μισθών και Συντάξεων του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους, κατ εφαρμογή των διατάξεων του Ν.4093/2012 (Α-222) και των υπ αριθ. α) 2/83408/0022/14-11-2012 και β) 2/85127/0022/22-11-2012 εξουσιοδοτικών αυτού Αποφάσεων, του αρμόδιου Αναπληρωτή Υπουργού Οικονομικών.     
Ειρήσθω δε εν παρόδω ότι, φ/ο της ανωτέρω προσβαλλόμενης Πράξης-Απόφασης, του Διευθυντού της Διεύθυνσης Κανονισμού και Εντολής Πληρωμής Στρατιωτικών και Πολεμικών Συντάξεων, της Γενικής Διεύθυνσης Συντάξεων, του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους, σας υποβάλλω συνημμένα.

Β΄ ΝΟΜΙΚΟ ΚΑΙ ΟΥΣΙΑΣΤΙΚΟ ΜΕΡΟΣ ΤΗΣ ΥΠΟΘΕΣΗΣ

     Την ως άνω προσβαλλόμενη Πράξη-Απόφαση του Διευθυντού Κανονισμού και Εντολής Πληρωμής Στρατιωτικών και Πολεμικών Συντάξεων, της Γενικής Διεύθυνσης Συντάξεων, του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους ΔΕΝ την αποδέχομαι και την εκκαλώ-εφεσιβάλλω, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 68 παρ. 8 και 110 παρ.16 του Ν.4055/2012 (Α-51),σε συνδυασμό με αυτές του άρθρου 53 και επόμενα του Π.Δ. 774/1980 (Α-189), εμπρόθεσμα, παραδεκτά, νομότυπα και αρμόδια ενώπιον του Δικαστηρίου Σας και εξαιτούμαι την ακύρωση-εξαφάνιση καθ’ ολοκληρίαν της ισχύος αυτής, αλλά και κάθε άλλης συναφούς προγενέστερης ή μεταγενέστερης Πράξης ή Παράλειψης της Διοίκησης (Γ.Λ.Κ.), για τους κατωτέρω εκτιθέμενους ορθούς, βάσιμους και νόμιμους λόγους και όσους άλλους ήθελα προσθέσει τω καιρώ τω δέοντι με ξεχωριστό δικόγραφο.     
Επειδή, στην υπόθεσή μου, ο Διευθυντής της Διεύθυνσης Κανονισμού και Εντολής Πληρωμής Στρατιωτικών και Πολεμικών Συντάξεων της Γενικής Διεύθυνσης Συντάξεων του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους, αυτόβουλα, αόριστα και αναιτιολόγητα, παράνομα και καταχρηστικά και με δική του Ευθύνη και Υπαιτιότητα, κάνοντας κακή χρήση της διακριτικής του εξουσίας ή άλλως πως σε κάθε άλλη περίπτωση εσφαλμένα ερμήνευσε και εφάρμοσε την Εθνική και Διεθνή Νομοθεσία [ (ʼρθρα 5 , 17 , 20 παρ.2 , 22, 25 παρ.3 , 28 παρ. 1 & 2 και 36 παρ.2 του Συντάγματος) και άρθρα 15 , 17 , και 31 του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, Συνθήκη Λισσαβόνας που κυρώθηκε με τον Ν. 3671/2008 (Α-129)].
     Επειδή,
η εν λόγω αναπροσαρμογή εκ των μηνιαίων συνταξίμων αποδοχών μου, υπαγορεύτηκε καταρχήν από τις διατάξεις των άρθρων 1 του Ν. 3833/2010 (Α-40) και 3 του Ν. 3845/2010 (Α-65) και στη συνέχεια από τις διατάξεις του Ν.4093/2012 (Α-222), οι οποίες σύμφωνα με τα πρακτικά της 4ης Ειδικής Συνεδρίασης της Ολομέλειας του Ελεγκτικού Συνεδρίου της 31ης Οκτωβρίου 2012, οι μειώσεις των Συντάξεων κρίθηκαν αντισυνταγματικές, παράνομες και καταχρηστικές με ότι αυτό συνεπάγεται και συγκεκριμένα: “Το Σύνταγμα και το Πρώτο Πρόσθετο Πρωτόκολλο της Ευρωπαϊκής Σύμβασης για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου (ΕΣΔΑ), δεν εγγυώνται ορισμένο ύψος μισθού η σύνταξης. Ο περιορισμός τους όμως από το Νομοθέτη επιβάλλεται το μεν να μην θέτει σε κίνδυνο την αξιοπρεπή διαβίωση των οικονομικώς ασθενέστερων τάξεων (άρθρο 2 παρ.1 του Συντάγματος), το δε να πρόκειται για μέτρο ικανό και πρόσφορο για την εξυπηρέτηση σκοπού δημοσίου συμφέροντος, τηρουμένων των αρχών της ισότητας στην κατανομή των δημοσίων βαρών (άρθρο 4 παρ.5 του Συντάγματος) και της αναλογικότητας (άρθρο 25 παρ.1 του Συντάγματος).
     Περαιτέρω οι ρυθμίσεις της παραγράφου 3, με τις οποίες μειώνονται, ήδη για Πέμπτη (5η) φορά από το έτος 2010, οι συντάξεις του Δημοσίου, χωρίς χρονικό περιορισμό και χωρίς συνεκτίμηση των λοιπών οικονομικών επιβαρύνσεων, που έχουν στο μεταξύ επιβληθεί, μπορεί να πλήξει το επίπεδο αξιοπρεπούς διαβίωσης μεγάλης κατηγορίας των υποκείμενων στη μείωση συνταξιούχων.
      Πέραν αυτού, μπορεί μολονότι δεν μπορεί κατ αρχήν να αμφισβητηθεί ότι με τις ως άνω ρυθμίσεις διώκεται η ικανοποίηση σκοπού δημοσίου συμφέροντος συνισταμένου στην περιστολή των δημοσιονομικών ελλειμμάτων, ούτε αιτιολογείται ούτε τεκμηριώνεται, με την παράθεση συγκεκριμένων στοιχείων, η προσφορότητα και αναγκαιότητα των θεσπισμένων περιορισμών για την επίτευξη του σκοπού αυτού, υπό την έννοια της εξάντλησης κάθε άλλου διαθέσιμου μέτρου, ούτως ώστε να αποτραπεί επιβάρυνση, για πολλοστή φορά, της ίδιας κατηγορίας πολιτών, πολύ περισσότερο, μάλιστα που οι μειώσεις υπολογίζονται με ενιαίο ποσοστό επί του συνόλου του ποσού κάθε σύνταξης, χωρίς εσωτερική κλιμάκωση τους, με αποτέλεσμα να προκύπτουν δυσανάλογες επιβαρύνσεις.
      Κατά συνέπεια δημιουργούνται ζητήματα συμβατότητας των επίμαχων ρυθμίσεων με τις προαναφερόμενες συνταγματικές διατάξεις.
     Η ολοσχερής κατάργηση με τη διάταξη αυτή των επιδομάτων εορτών Χριστουγέννων και Πάσχα, καθώς και του επιδόματος Αδείας αδιακρίτως, σε συνδυασμό και με τις μεγάλες μειώσεις της παραγράφου 3 του παρόντος, χωρίς να λαμβάνεται μέριμνα για τους χαμηλοσυνταξιούχους του Δημοσίου, ενδέχεται να δημιουργήσει προβλήματα συμβατότητας της διάταξης αυτής προς τα άρθρα 22 παρ.4 και 2 παρ.1 του Συντάγματος.    
 
Το Κράτος δεν αναζήτησε ως όφειλε άλλες εναλλακτικές λύσεις για αύξηση των εσόδων όπως την πάταξη της φοροδιαφυγής καθώς όπως έχει κριθεί με Απόφαση της Ολομέλειας του Δικαστηρίου, επί των εφαρμοστέων του Μνημονίου διατάξεων, δεν είναι επιτρεπτό η επιβάρυνση από τα μέτρα που λαμβάνονται προς αντιμετώπιση της δυσμενούς και παρατεταμένης οικονομικής συγκυρίας να κατανέμεται πάντοτε σε συγκεκριμένες κατηγορίες πολιτών, οι οποίοι κατά κανόνα ,είναι συνεπείς προς τις υποχρεώσεις τους και να ευνοούνται άλλες κατηγορίες από την ασυνέπεια των οποίων –κυρίως στο επίπεδο της εκπλήρωσης των φορολογικών τους υποχρεώσεων -προκαλείται σε μεγάλο ποσοστό η δυσμενής αυτή συγκυρία ”.     
Το Κράτος βάσει του άρθρου 25 παρ.1 του Συντάγματος έχει υποχρέωση να σεβαστεί την αρχή της αναλογικότητας όταν πρόκειται να επιβάλλει περιορισμούς σε δικαιώματα των πολιτών και να εκτιμήσει κατά πόσο το επιδιωκόμενο οικονομικό, εν προκειμένω αποτέλεσμα είναι δυνατό να επιτευχθεί με άλλα ηπιότερα μέσα.      Επειδή το άρθρο 111 παρ. 1 του Συντάγματος διακελεύει: “ Κάθε διάταξη Νόμου η Διοικητική Πράξη με κανονιστικό χαρακτήρα που είναι αντίθετη προς το Σύνταγμα καταργείται από την έναρξη της ισχύος της ” και     
Επειδή οι διατάξεις των νόμων αυτών πάσχουν από τυπική και ουσιαστική συνταγματικότητα, αφού προσβάλλουν το λεγόμενο κοινωνικό κεκτημένο και ανατρέπουν τις θεσμικές εγγυήσεις, που σχετίζονται με το δικαίωμα στην εργασία, την κοινωνική ασφάλιση και την συνταξιοδότηση και παραβιάζουν συγχρόνως την Νομολογία, τόσον του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου, όσο και του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης { Ν. 3671/2008 (Α-129) και άρθρα 15 παρ. 1 , 31 παρ. 1 και 17 του Χάρτη της Ευρώπης } .
      Επειδή, η ψήφιση των ανωτέρω Νόμων, με τον οποίο έγινε η μείωση των συντάξιμων αποδοχών μου, πραγματοποιήθηκε με απλή πλειοψηφία της Βουλής και όχι με τα 3/5 αυτής όπως επιτάσσει το άρθρο 28 παρ. 2 του Συντάγματος.     
Επειδή, παραβιάστηκε το άρθρο 36 παρ. 2 του Συντάγματος με τις διατάξεις του άρθρου Πρώτου παρ. 4 του Ν. 3845/2010 (Α-65), αφού μη νόμιμα εκχωρήθηκε αρμοδιότητα του Νομοθετικού Σώματος στον Υπουργό Οικονομικών για να υπογράφει κάθε μνημόνιο, δανειακή σύμβαση και ότι κρίνει αυτός απαραίτητο για την εκτέλεση του μηχανισμού στήριξης της Ελληνικής Οικονομίας.     
Επειδή, η μείωση των Μισθών και των Συντάξεων, είναι αόριστος, αναιτιολόγητη, παράνομη και καταχρηστική, αφού ο μισθός – σύνταξη αποτελούν αδιαμφισβήτητο μέρος του δικαιώματος ιδιοκτησίας ενός φυσικού προσώπου και η μείωση αυτή του δικαιώματος αποτελεί κατάφωρη παράβαση εκ μέρους του Κράτους-Πολιτείας, στο μισθωτό ή τον συνταξιούχο.     
Επειδή, στην περίπτωση μου παραβιάστηκαν οι αρχές ασφαλείας του Δικαίου και της προστατευόμενης εμπιστοσύνης των πολιτών που αποβλέπουν στο μη αιφνιδιασμό των δικαιωμένων (Υπ αριθ. 602/2003 Απόφαση της Ολομέλειας του Συμβουλίου Επικρατείας) , αλλά και του δικαιώματος, της αρχής της προηγούμενης ακρόασης (ʼρθρο 20 παρ.2 του Συντάγματος).
      Επειδή, παραβιάστηκε το άρθρο 1 του από 20-03-1952, 1ου Πρόσθετου Πρωτόκολλου της Σύμβασης της Ρώμης της 04-11-1950,’’ Δια την προάσπισιν των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και των Θεμελιωδών Ελευθεριών’’, τα οποία –Πρωτόκολλο και Σύμβαση – κυρώθηκαν με το άρθρο πρώτο του Ν.Δ. 53/1974 (Α-256) και έχουν υπέρτερη των κοινών Νόμων ισχύ , σύμφωνα με το άρθρο 28 παρ. 1  του Συντάγματος.
     Επειδή, η παρούσα έφεσή μου είναι νόμιμη, βάσιμη και αληθινή.

Για τους λόγους αυτούς

Και με την ρητή επιφύλαξη άσκησης παντός νομίμου δικαιώματός μου.
Ζ Η Τ Ω     
1.- Να γίνει δεκτή η παρούσα Έφεση μου, κατά το τυπικό και ουσιαστικό μέρος αυτής, σε όλο το αιτητικό της.-     
2.- Να ανακληθεί-ακυρωθεί και εξαφανιστεί η ανωτέρω προσβαλλόμενη υπ αριθ. …………/2012 από 22-01-2013 Πράξη-Απόφαση του Διευθυντού Διεύθυνσης Κανονισμού και Εντολής Πληρωμής Στρατιωτικών και Πολεμικών Συντάξεων, της Γενικής Διεύθυνσης Συντάξεων, του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους, η οποία εκδό- θηκε κατ εφαρμογή των διατάξεων του Ν.4093/2012(Α-222) και των κατ εξουσιοδότηση αυτού εκδοθεισών υπ αριθ. α) 2/83408/0022/14-11-2012 και β) 2/85127/0022/22-11-2012 εξουσιοδοτικών αυτού Αποφάσεων, του αρμόδιου Αναπληρωτή Υπουργού Οικονομικών.
3.- Να επιστραφεί έντοκα το μέχρι σήμερα παρακρατηθέν παράνομα χρηματικό ποσό για το από 01-08-2012 και μέχρι εκδίκασης της υπόθεσής μου χρονικό διάστημα και οι μηνιαίες συντάξιμες αποδοχές μου να επανέλθουν στο προ της 1ης Αυγούστου 2012 ύψος των, όπως αυτό προσδιορίσθηκε με την υπ αριθ……………../2010 από 12-05-2010 κοινή Πράξη-Απόφαση των συναρμοδίων Διευθυντών της 44ης και 46ης Διεύθυνσης Μισθών και Συντάξεων του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους.
4.- Να καταδικασθεί το Ελληνικό Δημόσιο στην εν γένει Δικαστική μου Δαπάνη.
5.- Αρμόδιος Δικαστικός Επιμελητής, εντέλλεται όπως επιδώσει αντίγραφο της παρούσας έφεσης μου στον Υπουργό Οικονομικών (Ν.Σ.Κ) Ακαδημίας 68 Αθήνα, προς γνώση και για τις νόμιμες συνέπειες.                                                                            
                                                                                        Αθήνα…………………………2013
                                                                                
                                                                                       Ο Εφεσείων και Παραγγέλων                                                                          
                                                                                …………………………………………….
                                                                                     
                                                                                   …………………….Αστυνομίας ε.α.

ΣΥΝΗΜΜΕΝΑ: Τρία (3)
1.- Φ/ο υπ αριθ.………… /2012 από 22-01-2013 Πράξης-Απόφασης, του Διευθυντού της Διεύθυνσης Κανονισμού και Εντολής Πληρωμής Στρατιωτικών και Πολεμικών Συντάξεων του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους.
2.- Παράβολο Ελληνικού Δημοσίου  20,00€ και
3.-Μεγαρόσημο 17,00€. (15,00 € για επικόλληση στο σώμα του δικογράφου της Έφεσης και 2,00€ για επικόλληση στο αντίγραφο του δικογράφου της Έφεσης προς τον Υπουργό Οικονομικών).